Τρίτη 30 Απριλίου 2013

Ernst Werner Siemens

Γερμανός εφευρέτης και επιχειρηματίας, ιδρυτής της ομώνυμης βιομηχανίας ηλεκτρικών ειδών.
Ο Ερνστ Βέρνερ φον Ζίμενς (Ernst Werner von Siemens) γεννήθηκε στις 13 Δεκεμβρίου 1816 στο Λέντε του Ανόβερου και ήταν το τέταρτο από τα δεκατέσσερα παιδιά ενός αγρότη. Εγκατέλειψε από νωρίς το σχολείο και κατατάχθηκε στο πρωσικό πυροβολικό για να γίνει μηχανικός.
Πολύ γρήγορα διακρίθηκε και το 1842 έκανε την πρώτη του ανακάλυψη, μια μέθοδο επιμετάλλωσης με ηλεκτρισμό. Τα επόμενα χρόνια, εκμεταλλευόμενος τη μετάθεσή του στο Βερολίνο, ασχολήθηκε με τη βελτίωση του ηλεκτρικού τηλέγραφου, καθώς κατάλαβε αμέσως τις δυνατότητές του για την παγκόσμια επικοινωνία. 
Ο Ζίμενς θέλησε να εκμεταλλευτεί οικονομικά αυτές τις ανακαλύψεις του και με τον φίλο του μηχανικό Γιόχαν Χάλσκε ίδρυσε την 1η Οκτωβρίου 1847 την εταιρεία Telegraphen - Bauanstalt von Siemens & Halske (Εταιρεία Κατασκευής Τηλεγράφων Ζίμενς και Χάλσκε).
Οι δουλειές πήγαν καλά από την αρχή, με την εξασφάλιση συμβολαίων από το στρατό για την εγκατάσταση τηλεγραφικού δικτύου. Έτσι, ο Βέρνερ αποφάσισε να παραιτηθεί από το στράτευμα (1849) και να ασχοληθεί αποκλειστικά με την επιχείρηση και τις εφευρέσεις.



Τρία χρόνια αργότερα παντρεύτηκε τη Ματίλντα Ντρούμαν, με την οποία απέκτησε δύο αγόρια. Μετά τον θάνατο της Ματίλντα, ήλθε σε δεύτερο γάμο με τη συγγενή του Αντωνία Ζίμενς, η οποία του χάρισε μία κόρη κι ένα γιο.
Η εταιρεία των Ζίμενς και Χάλσκε άρχισε να γιγαντώνεται και σύντομα απόκτησε πολυεθνικό χαρακτήρα, με παραρτήματα στο Λονδίνο και την Αγία Πετρούπολη, τα οποία διηύθυναν οι αδελφοί του Βέρνερ, Γουίλιαμ και Καρλ αντίστοιχα. Ο Χάλσκε διαφώνησε με αυτή την επιλογή και αποχώρησε από την εταιρεία, η οποία έμεινε αποκλειστικά στην οικογένεια Ζίμενς.
Το μυαλό του Βέρνερ συνέχισε να είναι σε εξαιρετική φόρμα και στις 14 Δεκεμβρίου 1877 έλαβε δίπλωμα ευρεσιτεχνίας για τον μετατροπέα κινούμενου πηνίου, που αργότερα μετεξελίχθηκε στο μεγάφωνο, ενώ πέντε χρόνια αργότερα (29 Απριλίου 1882) άρχισε τις δοκιμές του ηλεκτρικού λεωφορείου (τρόλεϊ).
Ο Βέρνερ Ζίμενς αναμίχθηκε στα κοινά και το 1866 έγινε μέλος της Πρωσικής Βουλής. Πάντοτε φιλελεύθερος, ψήφισε επανειλημμένα κατά της αύξησης των στρατιωτικών δαπανών. Το 1888 απέκτησε τίτλο ευγενείας με την προσθήκη του φον στο όνομά του (Βέρνερ φον Ζίμενς). Αποχώρησε από την εταιρεία του το 1890 και στις 6 Δεκεμβρίου 1892 άφησε την τελευταία του πνοή στο Βερολίνο, που ήταν πλέον η πρωτεύουσα της ενοποιημένης Γερμανίας. Προς τιμήν του, η μονάδα μέτρησης της ηλεκτρικής αγωγιμότητας ονομάστηκε «ζίμενς» (SI).





Δευτέρα 29 Απριλίου 2013

Elektromote, η πρώτη εκδοχή του τρόλλεϋ.

Σαν σήμερα, ο Ernst Werner Siemens παρουσιάζει το 1882 στο Βερολίνο σε δοκιμαστική διαδρομή 540 μ. το πρώτο τρόλλεϋ. 
Το Elektromote του Ernst Werner Siemens στην πρώτη του δοκιμαστική εκκίνηση στην περιοχή Halensee του Βερολίνου. Η γραμμή διατηρήθηκε μέχρι τις 13 Ιουνίου 1882. Το πειραματικό όχημα εκπληρούσε όλα τα τεχνικά κριτήρια ενός τυπικού τρόλλεϋ
Ο Ernst Werner Siemens, ο εφευρέτης του τρόλλεϋ 
Ενα από τα πρώτα τρόλλεϋ που δρομολογήθηκαν στη γαλλική πόλη Mulhouse 
πριν τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο
Hobart (Αυστραλία)
Αθήνα, 1979 

Πηγή: www.lifo.gr

Κυριακή 28 Απριλίου 2013

Ηλεκτρικό σύμπαν

Ηλεκτρικό σύμπαν

Bodanis, David. Ηλεκτρικό σύμπαν : Η εκπληκτική αληθινή ιστορία του ηλεκτρισμού, μετάφραση Σταμάτης Νικολάου.  Εκδ. Α. Α. Λιβάνη, 2006.

“Από τα παγωμένα νερά του Ατλαντικού ως τους δρόμους του Αμβούργου και από τη φωτιά του Δεύτερου Παγκόσμιου πολέμου ως το εσωτερικό του ανθρώπινου σώματος, το βιβλίο "Ηλεκτρικό Σύμπαν" είναι ένα μαγευτικό ταξίδι ανακάλυψης από ένα δεξιοτέχνη συγγραφέα επιστημονικών θεμάτων.
O Nτέιβιντ Μποντάνις υφαίνει ιστορίες έρωτα, θεϊκής έμπνευσης αλλά και απάτης, συνθέτοντας με τρόπο εύληπτο τις εξηγήσεις σπουδαίων επιστημονικών ανακαλύψεων. Mεγάλοι ερευνητές ζωντανεύουν με όλη τη λαμπρότητα και τις ιδιομορφίες τους: ο οραματιστής Μάικλ Φαραντέι, που αγωνίστηκε εναντίον των προκαταλήψεων του βρετανικού ταξικού συστήματος, και ο Σάμιουελ Μορς, ένας ζωγράφος που, πριν ανακαλύψει τον τηλέγραφο, διεξήγαγε προεκλογική εκστρατεία ως υποψήφιος δήμαρχος της Νέας Υόρκης με ένα πρόγραμμα που υιοθετούσε τις διώξεις εναντίον των καθολικών. Kι ακόμα ο Άλαν Τούρινγκ, του οποίου το όραμα για μια θαυμάσια σκεπτόμενη μηχανή -αυτό που εμείς γνωρίζουμε ως ηλεκτρονικό υπολογιστή- συνάντησε την αδιαφορία των συγχρόνων του.”
Ο πολιτισμός μας είναι πια ηλεκτρικός, όχι βέβαια χωρίς κόστος, καθώς έχει υπολογιστεί ότι το 50% της ενέργειας που χρησιμοποιήθηκε στο δεύτερο μισό του 20ού αιώνα, καταναλώθηκε για τη δομική μεταμόρφωση της κοινωνίας. Για την απαραίτητη υλικοτεχνική υποδομή (εγκαταστάσεις και συσκευές) προσαρμογής στην ηλεκτρική πραγματικότητα. Κάποιοι μάλιστα, περιγράφοντας τη μονοδιάστατη και υπερβολική χρήση της, λένε ότι είναι σαν να κόβεις το βούτυρο με πριονοκορδέλα.
Μια διακοπή του ηλεκτρικού ρεύματος την εποχή του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, δεν θα επηρέαζε ιδιαίτερα την καθημερινή ζωή που θα συνεχιζόταν σχεδόν αμετάβλητη. Στην εποχή του Μεγάλου Πολέμου, αντίθετα, θα προκαλούσε σοβαρά προβλήματα. Σήμερα, όμως, μια γενικευμένη διακοπή μερικών ημερών σε μια μεγάλη μητρόπολη, θα την οδηγούσε ίσως σε κατάρρευση. Ιστορικά καταγεγραμμένα δείγματα των συνεπειών από ωριαίες διακοπές, την προαναγγέλλουν. Τα πολύπλοκα αστικά οικοσυστήματα, χαοτικά στη συμπεριφορά τους, μοιάζουν να είναι τελείως εξαρτημένα από την ηλεκτρική ενέργεια.
Ο ηλεκτρισμός είναι το mondus vivendi της εποχής μας, αλλά η ιστορική του εξέλιξη και καταγραφή δεν απασχολεί, ούτε τις εκάστοτε «ιστορίες» που αυτοκαταναλώνονται στις αυξομειώσεις συνόρων, αλλά ούτε τις όποιες «φυσικές» που εξαντλούνται στις αυστηρά τεχνοκρατικές μαθηματικές προσεγγίσεις. Στα καθ’ ημάς, μια απόπειρα εισαγωγής μιας κάποιας ολιγόωρης «Ιστορίας των επιστημών» στον εκπαιδευτικό μας μικρόκοσμο, πριν από μερικά χρόνια, γρήγορα θα εξοβελιστεί, μάλλον κάτω από την πίεση ισχυρότερων επιστημονικών συντεχνιών που σπεύδουν να καλύψουν το κενό στο πρόγραμμα. Έτσι  η περιαγωγή στον χώρο της ιστορίας των επιστημών, όπου αναδεικνύεται ότι τόσο η θεωρία όσο και η τεχνολογία δεν είναι προϊόν μόνο διανοητικών διεργασιών, αλλά και κοινωνικών καταστάσεων, παραμένει αποκλειστικό προνόμιο της εκδοτικής αγοράς.
Με το «Ηλεκτρικό του Σύμπαν», ο Ντέιβιντ Μποντάνις, καθηγητής Ιστορίας της Πνευματικής Δημιουργίας στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και μπεστσελερίστας, με την πολυδιαβασμένη «Βιογραφία της πιο διάσημης εξίσωσης στον κόσμο, Ε=mc2», καταθέτει ή μάλλον προσπαθεί να καταθέσει μια ιστορία του ηλεκτρισμού. Αλλά όπως ο ίδιος εξομολογείται, το βιβλίο προέκυψε από τις διαλέξεις του στο πανεπιστήμιο. Έτσι  φυσιολογικά, δεν συνιστά ακριβώς μια ιστορία του ηλεκτρισμού, αλλά διαδοχικές γοητευτικές ιστορίες από την εξέλιξη του ηλεκτρισμού. Όπως  ίδιος σημειώνει: « Όσα αφηγούμαι αναφέρονται τόσο στη θρησκεία, τον έρωτα και την απάτη, όσο και γενικά στην επιστήμη και στην τεχνολογία».
Ως ικανότατος αφηγητής και διακεκριμένη γραφίδα εκλαϊκευμένης επιστήμης, ξεκινάει από τις αρχές του 19ου αιώνα με τους ηλεκτρομαγνήτες του Χένρι που θα δώσουν την ευκαιρία σε έναν θρησκόληπτο παράφρονα, τον Μορς, να βρει έναν τρόπο μυστικής επικοινωνίας των πιστών καλβινιστών, που απειλούνται από τους καθολικούς. Μόνο που ο τηλέγραφός του θα γίνει αφετηρία για τη δημιουργία μιας δυναμικής γεμάτης μετανάστες Αμερικής. Καταλήγει δε στο τέλος του 20ού αιώνα στα εργαστήρια της εταιρείας Eli Lilly και την ανακάλυψη του Prozac που αποτελεί συμβολική επέμβαση στη μελέτη των ηλεκτρικών ρευμάτων του εγκεφάλου και των νευρώνων. Αυτή η μελέτη ίσως να ξεκίνησε λογοτεχνικά όταν η εικοσάχρονη Μαίρη Σέλεϊ, μια νύχτα με καταιγίδες και κεραυνούς, εντελώς φυσιολογικά σκέφθηκε ότι ο δρ Φρανκενστάιν χρησιμοποίησε ηλεκτρισμό για να δώσει ζωή στο τέρας του.
Ενδιάμεσα, η γραφή του πηγαινοέρχεται στις δύο ακτές του Ατλαντικού παρακολουθώντας τις επιστημονικές ανακαλύψεις. Τον Αλέξανδρο Μπελ, ένα νεαρό μετανάστη που προσπαθεί να κατακτήσει μια νεαρή κωφή σπουδάστρια, τη Μέιμπελ, και φτάνει στο τηλέφωνο και τον Ρόμπερτ Γουάτσον Βατ που, αποφασισμένος να δραπετεύσει από έναν βαρετό γάμο, οδηγείται στο ραντάρ. Το 1920 η λέξη computer αναφερόταν σε ένα πρόσωπο που έκανε αριθμητικούς υπολογισμούς με το χέρι ή στην καλύτερη περίπτωση με μια μηχανική αριθμομηχανή. Μέσα στις φλόγες του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου ο Τούρινγκ, ένας νεαρός Βρετανός ομοφυλόφιλος, σπάζοντας τους κώδικες των γερμανικών υποβρυχίων, οραματίζεται τις πρώτες μηχανές λογισμικού, αλλά τα transistor δεν έχουν ακόμα εφευρεθεί. Ο Τούρινγκ θα κυνηγηθεί άγρια μετά τον πόλεμο, αφού η ομοφυλοφιλία στη Βρετανία ήταν έγκλημα. Τον Ιούνιο του 1954 θα οδηγηθεί σε αυτοκτονία, ψυχολογικά και σωματικά ράκος από μια υποχρεωτική θεραπεία με ορμόνες. Η ανακάλυψη των transistor θα αλλάξει τον κόσμο και ίσως να σηματοδοτεί το οριστικό τέλος της εποχής του αστικού κόσμου. Ο συγγραφέας το περιγράφει συναρπαστικά χωρίς να το ονοματίζει. Τα μικρά ραδιόφωνα, οι φτηνές ηλεκτρικές κιθάρες γίνονται χρήσιμα εργαλεία της εφηβικής χειραφέτησης, οι παραδοσιακές χειρωνακτικές εργασίες εξαφανίζονται μέσα στα τσιπ των υπολογιστών και «οι άνθρωποι δεν χρειαζόταν να ανταποκρίνονται άλλο ως μέλη κάποιας ομάδας».
Από τη συναρπαστική ιστορία του ηλεκτρισμού, που είναι η ιστορία της εποχής μας, ως σπαράγματα του κοινού νου, θα διασωθούν ο Αμπέρ, ο Βόλτα, ο Βατ άντε και ο Χερτς, ως μονάδες μέτρησης ή καλύτερα ως περιγραφικά στοιχεία συσκευών. Η μαζική δημοκρατία του Παναγιώτη Κονδύλη είναι εδώ, ηλεκτρική και ηλεκτρισμένη και η πορεία πραγμάτωσής της έχει μια σαφή τεχνολογικοεπιστημονική συνιστώσα. Ίσως χει αξία να μπορούμε να παρακολουθήσουμε αυτή τη δομική μεταμόρφωσή της, έστω και ως στοιχείο αυτογνωσίας και το βιβλίο βοηθάει σε αυτό.
Να μην παραλείψουμε να αναφέρουμε την πλούσια και έγκυρη βιβλιογραφία που παρατίθεται, αναμενόμενη από έναν καθηγητή, στο τέλος του βιβλίου.

Σάββατο 27 Απριλίου 2013

William Kentridge, Italo Svevo



https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgc7tfIE1HQJbNidsLKx3lLbOx1iQ4aLFF_COlws50NOi_GOcOwjtuUceRAkqlRsgrqeX_DuLHbKZLiZVw7yKEIQ1TZbUtR6pSXGHKJSbPDlhYoLPo5x6YHulLY-u5hi-p6P5hdnDvOVGgR/s1600/kentridge.jpg 
  

 
 

William Kentridge


Γεννήθηκε (1955) στο Γιοχάνεσμπουργκ της Νότιας Αφρικής όπου ζει και εργάζεται. Σπούδασε στο Πανεπιστήμιο του Witwatersrand (1976) και στο Art Foundation (1976-78) του Γιοχάνεσμπουργκ. Συνέχισε τις σπουδές του στην École Jacques Lecoq στο Παρίσι (1981-82). Από τη δεκαετία του 1990, το έργο του έχει παρουσιαστεί σε μουσεία και γκαλερί σε ολόκληρο τον κόσμο, όπως η Documenta του Κάσσελ (1997, 2003), το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης (1998, 2010), την Πινακοθήκη Albertina της Βιέννης (2010), το Jeu de Paume στο Παρίσι (2010). Η παραγωγή του Kentridge για τον Μαγικό Αυλό του Μότσαρτ παρουσιάστηκε στο Θέατρο de la Monnaie των Βρυξελλών, στο Φεστιβάλ της Aix, και το 2011 στη Σκάλα του Μιλάνου. Για να συνοδέψει τη μεγάλη έκθεση του στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης, σκηνοθέτησε (2010) το έργο The Nose του Shostakovich για τη Μητροπολιτική Όπερα της ίδιας πόλης -η παραγωγή στη συνέχεια παρουσιάστηκε στο Φεστιβάλ της Aix και στη Λυών το 2011. Το 2010 στο Μουσείο του Λούβρου παρουσίασε τα Carnets d’Egypte, ένα project ειδικά σχεδιασμένο για την Αιγυπτιακή Αίθουσα του Μουσείου. Την ίδια χρονιά, τιμήθηκε με το περίφημο Kyoto Prize ως αναγνώριση για τη συνολική του προσφορά στο πεδίο των τεχνών και της φιλοσοφίας.
Το Zeno Writing (Η Γραφή του Ζήνωνα), ένα project πολλαπλών μέσων του νοτιοαφρικανού καλλιτέχνη William Kentridge, που περιλαμβάνει ένα σύντομο φιλμ animation και συμπληρωματικά σχέδια, βασίζεται στο μυθιστόρημα του Italo Svevo Η Συνείδηση του Ζήνωνα (1923). Το μυθιστόρημα εκτυλίσσεται με φόντο τη βιομηχανική ανάπτυξη και τον πόλεμο κατά τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα και παρακολουθεί την ακραία κοινωνική μεταμόρφωση που βιώνει ο πρωταγωνιστής.

Οι ταινίες του Kentridge, φτωχές από τεχνική άποψη, είναι ωστόσο πλούσιες σε νοήματα και όραμα. Ξεκινά να εργάζεται πάνω σε μια απλή κόλλα χαρτί, σβήνοντας και ξαναδουλεύοντας επίμοχθα το σχέδιό του, και αποτυπώνοντας φωτογραφικά κάθε αλλαγή. Οι σιλουέτες του Kentridge […] είναι μόνο κατά το ήμισυ ανθρώπινες, και μοιάζουν ανθρώπινες μόνο από μια οπτική γωνία. Καθώς γυρνάνε και αλλάζουν κατά τη διάρκεια της ταινίας, αποκαλύπτεται ότι στην πραγματικότητα πρόκειται για κάθε άλλο παρά ανθρώπινες μηχανικές συσκευές.
Μιμούμενη την κίνηση του καπνού του τσιγάρου και των ελιγμών των πολεμικών αεροσκαφών, η γραφή στρέφει την προσοχή στον τίτλο της ταινίας. Ο Ζήνων, με την ενθάρρυνση του ψυχοθεραπευτή του, γράφει την αυτοβιογραφία του, ένα project τύπου «ρεύμα της συνείδησης», το οποίο ο Kentridge μεταφράζει σε οπτική μορφή. Τα δάκτυλα της δακτυλογράφου χορεύουν πάνω στη γραφομηχανή, υπό τον ήχο της επιστροφής του κυλίνδρου. Το τοπίο κυλάει οριζόντια, μιμούμενο την κίνηση των λέξεων στη σελίδα. Το τοπίο ξεκινά σαν μια αυλή με ξύλινο φράχτη που παραχωρεί τη θέση της στην εικόνα ενός ερημότοπου περικυκλωμένου από συρματόπλεγμα. Αυτή η μεταμόρφωση παραπέμπει στη διχοτόμηση ανάμεσα στην ειδυλλιακή  ζωή που θα ήθελε ο Ζήνων και τη βάναυση πραγματικότητα του πολέμου που τον περιβάλλει.

Όλο αυτό το πίσω-μπρος, η απώθηση και η έλξη, η διακοπή και η παύση, εκθέτει χωρίς καλλωπισμούς την εγγενή αβεβαιότητα του σύγχρονου κόσμου. Οι φιγούρες φέρουν οπές, είναι πλάσματα ασαφή ως προς την κατασκευή τους. «Υπόσχομαι στη γυναίκα μου να κόψω το κάπνισμα στις 2 το μεσημέρι». Κι αυτό ακόμα είναι αβέβαιο.
 
Το μυθιστόρημα "Η συνείδηση του Ζήνωνα", το διασημότερο έργο του Ίταλο Σβέβο, θεωρείται ένα από τα πρώτα και σημαντικότερα δείγματα του πειραματικού μοντερνισμού στην ευρωπαϊκή λογοτεχνία. Αντικατοπτρίζοντας το βαθύ ενδιαφέρον και τη γνώση του συγγραφέα για την ψυχανάλυση, το βιβλίο εξερευνά επίμονα, διεισδυτικά αλλά και με χιούμορ τον ψυχικό λαβύρινθο του ήρωά του Ζήνωνα Κοζίνι. Ο "νευρασθενικός" Ζήνων, που θεωρείται το alter ego του συγγραφέα, γράφει την αυτοβιογραφία του για τον ψυχαναλυτή του, ο οποίος και την παρουσιάζει γράφοντας τον πρόλογο μετά τη διακοπή της θεραπείας από μέρους του ασθενούς του, απογοητευμένου από τα αποτελέσματά της.
Ο ήρωας είναι ένας άνθρωπος που ζει αδιάκοπα μεταξύ ψυχικής υγείας και ψυχασθένειας και έχει καταφύγει στην ψυχανάλυση λόγω του εθισμού του στη νικοτίνη, ο οποίος όμως στην περίπτωσή του έχει προσλάβει τον χαρακτήρα νεύρωσης, αφού ο Ζήνων καπνίζει αδιάκοπα το "τελευταίο τσιγάρο".
Στη "Συνείδηση του Ζήνωνα" ο Σβέβο χρησιμοποιεί το πρώτο πρόσωπο στην αφήγηση, τον εσωτερικό μονόλογο και το παιχνίδι με τη μνήμη και τον χρόνο, την παρουσία του παρελθόντος στο παρόν και αντίστροφα, γνωρίσματα για τα οποία τον συνέκριναν με τον Μαρσέλ Προυστ. Αλλά οι ομοιότητες ανάμεσα στους δύο συγγραφείς είναι εξωτερικές καθ' ότι τα θέματά τους και οι κόσμοι τους διαφέρουν. Ο Σβέβο ασχολείται με τη μοναξιά του σύγχρονου ανθρώπου, με την ανικανότητά του για θέληση και δράση, με τις απογοητεύσεις του, και όλα αυτά στην Τεργέστη μετά τη θύελλα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν ένας καινούργιος κόσμος γεννιέται.

Italo Svevo

 
Ο Ίταλο Σβέβο, ψευδώνυμο του Ααρών Έκτορος Σμιτς, γεννήθηκε το 1861 στην Τεργέστη και πέθανε το 1928 στη Μότα ντι Λιβέντσα, επαρχία του Τρεβίζο, ύστερα από αυτοκινητικό δυστύχημα. Γόνος πλούσιας εβραϊκής οικογένειας, ο Σβέβο έκανε εμπορικές σπουδές. Όταν παντρεύτηκε ασπάστηκε τον καθολικισμό και ανέλαβε τη διεύθυνση των επιχειρήσεων του πεθερού του. Η πραγματική του αγάπη, όμως, ήταν η λογοτεχνία. Το πρώτο του διήγημα, "Ο φόνος της οδού Μπελπότζο", δημοσιεύτηκε το 1890 στην εφημερίδα "L' Indipendente" της Τεργέστης. Αλλά τα δύο πρώτα μυθιστορήματά του, "Μια ζωή" και "Το γέρασμα", πέρασαν απαρατήρητα και ο Σβέβο αποφάσισε να μην ασχοληθεί ξανά με τη λογοτεχνία. Τον μετέπεισε ο καθηγητής του των αγγλικών, που δεν ήταν άλλος από τον Τζέιμς Τζόις, ο οποίος δίδασκε τότε στη Berlitz School της Τεργέστης. Ο Σβέβο ακολούθησε τη συμβουλή του Τζόις να συνεχίσει τη συγγραφή, αλλά με καθυστέρηση μιας 25ετίας: το 1923 εξέδωσε τη "Συνείδηση του Ζήνωνα". Ο Τζόις, στο Παρίσι πλέον, τη σύστησε στους πνευματικούς κύκλους της γαλλικής πρωτεύουσας με αποτέλεσμα να δουν εκεί το φως διθυραμβικά σχόλια για το βιβλίο του Σβέβο. Έτσι ξέσπασε η "υπόθεση Σβέβο", όταν ιταλοί διανοούμενοι με επικεφαλής τον Εουτζένιο Μοντάλε, υποστήριξαν ότι είχαν "ανακαλύψει" τον συγγραφέα πριν από τους Γάλλους. Ακολούθησαν οι νουβέλες "Γενναιόδωρο κρασί", 1927, και "Μια επιτυχημένη φάρσα", 1928. Μετά το θάνατό του κυκλοφόρησαν διάφορα έργα του, όπως: "Σύντομο αισθηματικό ταξίδι", "Δοκίμια και σκόρπιες σελίδες", "Κωμωδίες", "Ημερολόγιο για την αρραβωνιαστικιά".

Τίτλοι στη Βιβλιονέτ:
(2011) Μια ζωή, Ροές
(2007) Η συνείδηση του Ζήνωνα, Δημοσιογραφικός Οργανισμός Λαμπράκη
(2007) Σύντομο αισθηματικό ταξίδι, Σοκόλη - Κουλεδάκη
(2007) Σύντομο αισθηματικό ταξίδι, Κασταλία
(2007) Τέλεια φάρσα, Το Ποντίκι
(2003) Μια φάρσα επιτυχημένη και άλλα διηγήματα, Πορεία
(2000) Ο φόνος της οδού Μπελπότζο, Αστάρτη
(1996) Η συνείδηση του Ζήνωνα, Εξάντας
(1992) Μια πετυχημένη φάρσα, Παρατηρητής
(1982) Το γέρασμα, Νεφέλη

Παρασκευή 26 Απριλίου 2013

Gustav Robert Kirchhoff

Ο Γκούσταβ Ρόμπερτ Κίρχοφ (Gustav Robert Kirchhoff, 12 Μαρτίου 1824 – 17 Οκτωβρίου 1887) Γερμανός φυσικός, ο οποίος έχει συνεισφέρει σε διάφορα πεδία της φυσικής και της χημείας όπως η μηχανική, ο ηλεκτρισμός, η φασματογραφία, η θερμική ακτινοβολία και η αστροφυσική. 

 

Γύρω στο 1845 μελέτησε τους νόμους που διέπουν τα ηλεκτρικά κυκλώματα, και στη συνέχεια έδειξε ότι η ταχύτητα αποστολής ενός ηλεκτρικού σήματος είναι ίση με την ταχύτητα του φωτός. Το 1854 μαζί με τον Ρόμπερτ Μπούνσεν (Robert Bunsen) επινόησαν την φασματική ανάλυση, μέσω της οποίας ανακάλυψαν δύο νέα χημικά στοιχεία, το καίσιο και το ρουβίδιο. Χρησιμοποίησε την φασματική ανάλυση για να μελετήσει τη σύνθεση του Ήλιου και ήταν ο πρώτος που ερμήνευσε τις μαύρες γραμμές που εμφανίζονται στο φάσμα του (1859). Το 1860 εισήγαγε τον όρο «μέλαν σώμα» για να περιγράψει ένα εξιδανικευμένο σώμα που εκπέμπει και απορροφά ακτινοβολία.

Ο Κίρκοφ γεννήθηκε στις 12 Μαρτίου του 1824 στην Καινιξβέργη της Πρωσίας (που σήμερα ονομάζεται Καλίνινγκραντ και ανήκει στη Ρωσία). Πατέρας του ήταν ο Φρίντριχ Κίρκοφ (Friedrich Kirchhoff), νομικός σύμβουλος, και μητέρα του η Johanna Henriette Wittke. Οι γονείς του είχαν έντονα πατριωτικά αισθήματα και θεωρούσαν ότι μπορεί κάποιος να προσφέρει τις υπηρεσίες του στο Πρωσσικό κράτος από τη θέση του πανεπιστημιακού καθηγητή, έτσι φρόντισαν ώστε ο Γκούσταβ να ακολουθήσει ακαδημαϊκή καριέρα. Το 1842 μπήκε στο πανεπιστήμιο του Κένιγκσμπεργκ (Albertus Universität von Königsberg), από το οποίο αποφοίτησε το 1847.

 

Κατά την περίοδο 1843 – 46 παρακολούθησε το σεμινάριο μαθηματικών και φυσικής των Φραντς Νόιμαν (Franz Neumann) και Καρλ Γιακόμπι (Carl Jacobi), το οποίο είχαν καθιερώσει από το 1833. Το σεμινάριο αυτό καταπιανόταν επίσης και με τη διδασκαλία ερευνητικών μεθόδων. Ο Γιακόμπι είχε φύγει από το Κένινγκσμπεργκ τον Ιούλιο του 1842 και παρέμεινε μακρυά λόγω του κλίματος της περιοχής και της κλονισμένης του υγείας. Ο Νόιμαν όμως βρισκόταν στο Κένιξμπεργκ και είχε ιδιαίτερη επιρροή στον Κίρκοφ. Ο Νόιμαν είχε ασχοληθεί με τη μαθηματική φυσική και την εποχή που μπήκε ο Κίρκοφ στο πανεπιστήμιο, είχε αρχίσει να ασχολείται με το θέμα της ηλεκτρικής επαγωγής. Μάλιστα δημοσίευσε την πρώτη από τις δύο σημαντικότερες εργασίες του στο θέμα αυτό το 1845. Τον ίδιο χρόνο ο Κίρκοφ παρουσίασε την δική του εργασία πάνω στο ηλεκτρικό ρεύμα, διατυπώνοντας τους νόμους που έμειναν γνωστοί ως νόμοι του Κίρκοφ. Μέσω των νόμων αυτών μπορούν να υπολογιστούν οι εντάσεις των ρευμάτων, τα δυναμικά και οι αντιστάσεις που εμφανίζονται σε ηλεκτρικά κυκλώματα με πολλαπλούς κόμβους:

Το 1847 αποφοίτησε από το Κένινγκσμπεργκ και παντρεύτηκε την Clara Richelot, την κόρη του καθηγητή του των μαθηματικών Friedrich Richelot, και μετακόμισαν στο Βερολίνο. Από το 1848 ως το 1850 δίδαξε στο πανεπιστήμιο του Βερολίνου στη θέση του άμισθου λέκτορα, ενώ το 1850 έφυγε για το Μπρεσλάου όπου τον διόρισαν ως επισκέπτη καθηγητή (extraordinary professor). Τον ίδιο χρόνο έλυσε ένα πρόβλημα που αφορούσε την παραμόρφωση ελασμάτων. Τον επόμενο χρόνο γνώρισε τον Μπούνσεν, που βρισκόταν στο Μπρεσλάου κατά την διάρκεια του ακαδημαϊκού έτους 1851-52, και έγιναν στενοί φίλοι και συνεργάτες.



Οι Γκούσταβ Ρόμπερτ Κίρχοφ (αριστερά) και Ρόμπερτ Μπούνσεν (δεξιά).

Το 1854 ο Μπούνσεν εργαζόταν στο πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης (Heidelberg) και κάλεσε τον Κίρχοφ να μετακομίσει εκεί, αφού μεσολάβησε έτσι ώστε να του προσφερθεί μια θέση καθηγητή της φυσικής την οποία αποδέχτηκε.

Στη Χαϊδελβέργη ένωσαν τις δυνάμεις τους και εργάστηκαν μαζί θεμελιώνοντας τη φασματική ανάλυση. Ήδη ο Μπούνσεν δούλευε στον τομέα αυτό. Η μέθοδος που ακολουθούσε ήταν να θερμαίνει τις διάφορες ουσίες ως τη θερμοκρασία στην οποία ακτινοβολούσαν ορατό φως, και στη συνέχεια διαχώριζε τα χρώματα χρησιμοποιώντας χρωματιστά γυαλιά ή έγχρωμα διαλύματα. Ο Κίρχοφ εισηγήθηκε την χρήση πρίσματος για την ανάλυση του φωτός, πράγμα που έκανε τις παρατηρήσεις πολύ πιο ακριβείς. Αυτό τους οδήγησε στην επινόηση του φασματοσκοπίου, μιας συσκευής που με τη βοήθεια ενός γυάλινου πρίσματος διαχωρίζει το φως που εκπέμπεται από μια θερμή ουσία στις χρωματικές του συνιστώσες, οι οποίες αποτελούν αυτό που ονομάζουμε «οπτικό φάσμα» μιας ουσίας. Ανακάλυψαν έτσι ότι το κάθε υλικό έχει το δικό του μοτίβο φασματικών γραμμών, παρατήρηση που αποτέλεσε την αρχή της φασματικής ανάλυσης. Η τελευταία αποδείχτηκε πολύτιμο εργαλείο στη χημεία, ιδιαίτερα στον εντοπισμό καινούριων χημικών στοιχείων και στον προσδιορισμό της χημικής σύστασης των χημικών ενώσεων. Ήδη, την άνοιξη του 1860 οι Κίρχοφ και Μπούνσεν παρατήρησαν μέσα στο φάσμα που παρήγαγαν σταγόνες μεταλλικού νερού που έριχναν στη φλόγα του φασματοσκοπίου, δύο γραμμές έντονου μπλε χρώματος, που η μια βρισκόταν πολύ κοντά στην άλλη και που δεν αντιστοιχούσαν σε κανένα γνωστό στοιχείο. Έτσι, απέδωσαν τις γραμμές σε ένα καινούριο μέταλλο το οποίο ονομάστηκε καίσιο, από τη λατινική λέξη «caesius» που αναφέρεται στο μπλε χρώμα. Στη συνέχεια, συγκέντρωσαν άλατα καισίου εξατμίζοντας τεράστιους όγκους νερού και διαχωρίζοντάς τα από τα υπόλοιπα. Δεν πέτυχαν όμως να παρασκευάσουν καθαρό μεταλλικό καίσιο. Ένα χρόνο αργότερα, μελετώντας με το φασματοσκόπιο το ορυκτό λεπιδόλιθος, ανακάλυψαν δύο καινούριες γραμμές σκούρου κόκκινου χρώματος, αναγνωρίζοντας έτσι ακόμα ένα στοιχείο. Το ονόμασαν ρουβίδιο, από την λατινική λέξη «rubidus» που σημαίνει βαθύ κόκκινο.


Το φασματοσκόπιο των Κίρχοφ και Μπούνσεν. Από το περιοδικό Annalen der Physik (1860). Η φλόγα από ένα «λύχνο μπούνσεν» (D) θερμαίνει το υλικό που τοποθετείται μέσα σ' αυτήν με την βοήθεια ενός στηρίγματος (E). Το φως από τη φλόγα συγκεντρώνεται στο πρίσμα (F) με την βοήθεια ενός τηλεσκοπίου (B), και αναλύεται στις χρωματικές του συνιστώσες. Αυτό συμβαίνει διότι η ταχύτητα του φωτός μέσα σε ένα υλικό είναι διαφορετική για κάθε μήκος κύματος, με αποτέλεσμα η γωνία της διάθλασης που συμβαίνει στις επιφάνειες του πρίσματος να είναι διαφορετική, έτσι κάθε συνιστώσα διαφορετικού μήκους κύματος ακολουθεί διαφορετική πορεία. Τα διαφορετικά μήκη κύματος αντιστοιχούν σε διαφορετικά χρώματα. Η παρατήρηση γίνεται μέσω ενός δεύτερου τηλεσκοπίου (C). Το πρίσμα μπορεί να περιστρέφεται γύρω από ένα άξονα με την βοήθεια ενός μοχλού (Η). Αυτό γίνεται έτσι ώστε να αλλάζει η γωνία πρόσπτωσης του φωτός στο πρίσμα και, ως αποτέλεσμα, η γωνία διάθλασης. Με αυτό τον τρόπο μπορεί να γίνει επιλογή της χρωματικής συνιστώσας που πρόκειται να παρατηρηθεί στην κάθε περίπτωση. Η μεταβολή στη γωνία του πρίσματος μετριέται από ένα δείχτη προσαρμοσμένο στον άξονα περιστροφής (G)

Ακολούθησαν ανακαλύψεις στοιχείων από άλλους ερευνητές, με την χρήση της ίδιας μεθόδου. Τα πρώτα από αυτά ήταν το θάλιο (Tl, William Crookes, 1861. Από την ελληνική λέξη «θάλλος» που αναφέρεται στο πράσινο, καθώς εμφανίζει στο φάσμα του λαμπρές πράσινες γραμμές), το ίνδιο (In, Ferdinand Reich και Hieronymous Theodor Richter, 1863. Από την λέξη indigo, που σημαίνει μπλε του λουλακιού, την περιοχή του φάσματος στην οποία ανήκουν οι γραμμές που εκπέμπει) και το γάλλιο (Ga ,Paul Émile Lecoq de Boisbaudran, 1875. Παρουσιάζει δύο ιώδεις φασματικές γραμμές).

H πείρα που απέκτησε ο Κίρχοφ στην πορεία του με την θερμική ακτινοβολία των διαφόρων σωμάτων, αξιοποιήθηκε στην αναζήτηση των γενικότερων νόμων που διέπουν την εκπομπή θερμικής ακτινοβολίας. Έτσι, στα τέλη του 1859, σε εργασία που κατάθεσε στην Πρωσική ακαδημία, διαπίστωνε μεταξύ άλλων ότι ο λόγος της ισχύος της εκπεμπόμενης ακτινοβολίας (e) προς την ισχύ της απορροφώμενης (α), e/α, είναι ο ίδιος για όλα τα σώματα για κάθε συγκεκριμένο μήκος κύματος και εφόσον αυτά βρίσκονται στην ίδια θερμοκρασία.

Λίγο αργότερα μελέτησε με μεγαλύτερη λεπτομέρεια τη σχέση μεταξύ εκπομπής και απορρόφησης, και σε άρθρο του στο Annalen der Physik (1860) εισήγαγε τον όρο «απολύτως μέλαν σώμα» ή απλώς «μέλαν σώμα», ως το σώμα εκείνο που απορροφά όλη την ακτινοβολία που πέφτει πάνω του. Σε ένα τέτοιο σώμα, ο λόγος της εκπεμπόμενης προς την απορροφώμενη ακτινοβολία (e/α) πρέπει να είναι μια συνάρτηση του μήκους κύματος λ της ακτινοβολίας και της θερμοκρασίας Τ του σώματος. Το μέλαν σώμα ένα εξιδανικευμένο σώμα ως προς την εκπομπή ακτινοβολίας γιατί, σύμφωνα και με τις προηγούμενες παρατηρήσεις, αφού είναι τέλειος απορροφητής του φωτός πρέπει να είναι και τέλειος εκπομπός.

Οι παρατηρήσεις αυτές ήταν εξαιρετικά σημαντικές, καθώς η ακτινοβολία του μέλανος σώματος ήταν το αντικείμενο εκείνο που ώθησε τον Μαξ Πλανκ να διατυπώσει τις πρώτες βασικές αρχές της κβαντικής θεωρίας, μιας από τις επαναστάσεις στον χώρο της φυσικής τον εικοστό αιώνα.
http://users.sch.gr/kassetas/zzzzzzzphKIRCHHOFF_files/image008.jpg

Παράλληλα ο Κίρχοφ εφάρμοσε την μέθοδο της φασματικής ανάλυσης για να μελετήσει το φάσμα του Ήλιου. Ήδη το 1814, ο Γιόζεφ Φραουνχόφερ (Josef von Fraunhofer) είχε παρατηρήσει ότι το φάσμα του Ήλιου είναι συνεχές, με εξαίρεση κάποια συγκεκριμένα μήκη κύματος που απουσιάζουν από το φάσμα και εμφανίζονται ως μαύρες γραμμές, οι οποίες ονομάστηκαν γραμμές Fraunhofer (στην πραγματικότητα, ο πρώτος που παρατήρησε την παρουσία σκοτεινών γραμμών στο φάσμα του Ήλιου ήταν ο Άγγλος Ουίλιαμ Χάιντ Βόλαστον (William Hyde Wollaston) το 1802). Ο Κίρχοφ ερμήνευσε την παρουσία των γραμμών Fraunhofer χρησιμοποιώντας τις ακόλουθες παρατηρήσεις, που έμειναν γνωστές ως οι τρεις «νόμοι του Κίρχοφ για τη φασματογραφία»:

  1. Το φάσμα του φωτός που εκπέμπει ένα θερμό στερεό σώμα είναι συνεχές.
  2. Το φάσμα του φωτός που εκπέμπει ένα θερμό αέριο είναι διακριτό, και αποτελείται από φασματικές γραμμές που αντιστοιχούν σε συγκεκριμένα μήκη κύματος.
  3. Ένα θερμό σώμα το οποίο περιβάλλεται από ένα αέριο χαμηλότερης θερμοκρασίας, παράγει ένα σχεδόν συνεχές φάσμα, το οποίο παρουσιάζει μερικά κενά που αντιστοιχούν στα μήκη κύματος του φάσματος εκπομπής του αερίου.

http://users.sch.gr/kassetas/zzzzzzzphKIRCHHOFF_files/image012.jpg
Όπως είναι φανερό, ο τρίτος νόμος πηγάζει από τους δύο προηγούμενους μαζί με την παρατήρηση ότι τα μήκη κύματος στα οποία ένα υλικό παρουσιάζει μεγαλύτερη εκπομπή είναι τα ίδια στα οποία παρουσιάζει μεγαλύτερη απορρόφηση. Μετά από αυτό, η ερμηνεία του Κίρχοφ για τις γραμμές Fraunhofer φαίνεται τετριμμένη: οφείλονται στην απορρόφηση ορισμένων μήκων κύματος ακτινοβολίας από τις διάφορες ουσίες που υπάρχουν στην ατμόσφαιρα του Ήλιου.

Ο Κίρχοφ αντιλήφθηκε ότι με τον ίδιο τρόπο θα μπορούσε να μελετηθεί το φάσμα από την ακτινοβολία των (υπολοίπων) άστρων. Έτσι γεννήθηκε ένας καινούριος κλάδος της επιστήμης, η αστροφυσική, που μελετά τις φυσικές ιδιότητες των ουράνιων σωμάτων.

Το 1869 γυναίκα του Κλάρα, με την οποία απέκτησε δύο γιους, πεθαίνει. Το βάρος της φροντίδας των παιδιών πέφτει πάνω του ενώ ο ίδιος, μετά από ένα ατύχημα αναγκάζεται να χρησιμοποιεί αναπηρική καρέκλα ή δεκανίκια για να κινείται, κάτι που κάνει την κατάσταση ιδιαίτερα δύσκολη. Το 1872 παντρεύεται την Luise Brömmel από το Goslar.





Αν και ο Κίρχοφ είχε δεχτεί προτάσεις από διάφορα πανεπιστήμια, ήταν αρκετά ευχαριστημένος στη Χαϊδελβέργη και δεν θέλησε ως τότε να φύγει από εκεί. Ειδικά το 1871 προσκλήθηκε μαζί με τον Μπούνσεν, από τον Χέρμαν φον Χέλμχολτς, στη θέση του καθηγητή θεωρητικής φυσικής στο πανεπιστήμιο του Βερολίνου, την οποία δεν αποδέχτηκαν. Όμως, όσο η κατάσταση της υγείας του επιδεινωνόταν, οι δυσκολίες να συνεχίσει το πειραματικό του έργο γίνονταν μεγαλύτερες. Έτσι το 1875, όταν του προσφέρθηκε ξανά η ίδια θέση, την αποδέχτηκε. Εκεί δημοσίευσε ένα τετράτομο έργο σημαντικής αξίας για τη μαθηματική φυσική, με τίτλο «Vorlesungen über mathematische Physik» - «Διαλέξεις πάνω στην μαθηματική φυσική», (1876-1894). Μεταξύ των φοιτητών του στο Βερολίνο ήταν και οι Χάινριχ Χερτζ και Μαξ Πλανκ.
http://ecx.images-amazon.com/images/I/51XhsgzgQ0L._SX225_.jpg

Ο Κίρχοφ έμεινε στο Βερολίνο μέχρι το τέλος της ζωής του. Το 1886 η υγεία του τον ανάγκασε να αφυπηρετήσει οριστικά. Πέθανε στις 17 Οκτωβρίου του 1887. Το 1888 εγκαινιάστηκε το Ερευνητικό Κέντρο της Γερμανίας, με διευθυντή τον Χέλμχολτς, όπου η επιλογή ενός από τα κύρια θέματα έρευνας είχε επηρεαστεί σημαντικά από τον Κίρχοφ.